top of page

Μη Αποφρακτική Αζωοσπερμία

Αζωοσπερμία

 

Ονομάζεται η κατάσταση όπου το σπέρμα δεν περιέχει σπερματοζωάρια (άζωον-σπέρμα) και διακρίνεται σε 'Αποφρακτική Αζωοσπερμία' και 'Μη Αποφρακτική Αζωοσπερμία΄.

 

 

Μη Αποφρακτική Αζωοσπερμία

 

Η μη αποφρακτική αζωοσπερμία είναι η κατάσταση όπου οι όρχεις δεν παράγουν σπερματοζωάρια ή παράγουν τόσο λίγα που αδυνατούν να φτάσουν στο σπέρμα. Τα αίτια μπορεί να είναι εκ γενετής (π.χ. γονιδιακά) ή επίκτητα (π.χ. χημειοθεραπεία ή ακτινοβολία).

 

Η θεραπεία της μη αποφρακτικής αζωοσπερμίας δεν μπορεί να αναστρέψει την κατάσταση του σπέρματος, αλλά αντιμετωπίζει την αγονιμότητα του ζεύγους με τη συμβολή του άνδρα μέσω της τεχνητής λήψης σπερματοζωάριων από τους όρχεις. Αυτό επιχειρείται με διάφορες μεθόδους βιοψίας. Οι πιο κλασικές μέθοδοι είναι η εξωτερική παρακέντηση των όρχεων με ειδική βελόνη (FNA) και η συμβατική βιοψία των όρχεων (ΤESE). Τα ποσοστά επιτυχίας τους κυμαίνονται στο 30-45%, ενώ ταυτόχρονα φέρουν μεγάλο ρίσκο επιπλοκών και ζημίας των όρχεων.

 

Τα μειονεκτήματα αυτά ήρθε να επιλύσει η μέθοδος μικροβιοψίας (microTESE), η οποία πρωτοεφαρμόστηκε το 1999 από τον Schlegel και βασίζεται στο γεγονός ότι η παραγωγή σπερματοζωάριων μπορεί να γίνεται σε μικρές ‘εστίες’ στους όρχεις, ακόμη και στις περιπτώσεις των πιο σοβαρών περιστατικών μη αποφρακτικής αζωοσπερμίας (‘εστιακή σπερματογένεση). Η αναζήτηση αυτών των ‘εστιών σπερματογένεσης μπορεί να γίνει μόνο με τη χρήση χειρουργικού μικροσκοπίου καθ’ όλη τη διάρκεια της επέμβασης.

 

Με τη microTESE μπορούμε να επιλέξουμε από όλο τον όρχι, τα ορχικά σωληνάρια που φαίνεται πιθανότερο να περιέχουν σπερματοζωάρια. Ο Εμβρυολόγος που παρευρίσκεται στη χειρουργική αίθουσα, εξετάζει ταυτόχρονα το υλικό της βιοψίας, στο δικό του μικροσκόπιο, έως ότου να συλλέξει αρκετά σπερματοζωάρια για τη μικρογονιμοποίηση.

 

Με τον τρόπο αυτό, απαιτείται πολύ μικρότερη ποσότητα ορχικού ιστού (15-20 mg έναντι 400-500 mg της TESE) και αυξάνει τις θετικές πιθανότητες στο 60-70%, δηλαδή 25% περισσότερο από τη κλασική βιοψία των όρχεων (ΤESE). Τη μέθοδο αυτή εισήγαγε στην Ελλάδα, το 2004, ο Dr Kαρανίκας και συνεχίζει να την εφαρμόζει με ποσοστά επιτυχίας άνω του 65%.

 

Τέλος ο ορχικός ιστός πρέπει να εξεταστεί από παθολογοανατόμο για να αποκλειστεί η, έστω και μικρή, πιθανότητα καρκινώματος.

bottom of page